Ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός ταυτίστηκε ιστορικά με την ηρωική εποχή της Ανθρωπότητας. Κανένας άλλος λαός στην αρχαιότητα δεν επέδειξε τόσο έντονη και αδιάκοπτη στρατιωτική δραστηριότητα όσο οι αρχαίοι Έλληνες. Το πρότυπο του εξιδανικευμένου ηρωικού βίου αλλά και θανάτου σημάδεψαν βαθιά κάθε πτυχή της κοινωνίας και των θεσμών της επηρεάζοντας τις ανθρώπινες κοινωνίες μέχρι και τις μέρες μας. Πουθενά αλλού δεν αποκρυσταλλώνεται τόσο καθαρά το αγωνιστικό και πολεμικό πνεύμα των Ελλήνων από τα έπη του Ομήρου. Το έπος της Ιλιάδας αποτελεί έναν μακροσκελή ύμνο στις πολεμικές αξίες της Μυκηναϊκής κοινωνίας. Ατρόμητοι πολέμαρχοι, θνητοί και ημίθεοι ζωσμένοι με χάλκινους και μπρούτζινους θώρακες (χαλκοχίτωνες, χαλκεοθώρηκες) πολεμούν με λύσσα για την τελική επικράτηση και την αιώνια, αθάνατη δόξα. Μονάχα η περιγραφή της νέας πανοπλίας του Αχιλλέα καταλαμβάνει 140 στίχους (Ιλιάδα Σ,478-617) – φτιαγμένη μάλιστα απευθείας από τα χέρια του Ηφαίστου δεν μπορεί παρά να έχει θεϊκές/υπερφυσικές ιδιότητες.
Η επική αφήγηση επιτάσσει όλους τους κεντρικούς ήρωες να φέρουν κάποιο είδος πανοπλίας, τον Πάρη (Ιλιάδα, Γ,328-339), τον Αίαντα (Ιλιάδα Η,206-224), τον Αγαμέμνονα (Ιλιάδα Λ,16-44).
Στους Έλληνες οι πανοπλίες συνδέθηκαν άρρηκτα με τα πολεμικά πεδία και την ηρωική δόξα, σε τέτοιο βαθμό που η απουσία τους σήμαινε αυτόματα ακόμα και την έλλειψη ανδρειοσύνης και ανδρισμού (Ιλιάδα Χ,124-125). Αντικείμενα κύρους και υπερηφάνειας, εμβλήματα υψηλού βαθμού στρατιωτικής και κοινωνικής ιεραρχίας, σύμβολα αριστοκρατικής καταγωγής, τεκμήρια εξουσίας και πλούτου, σημεία θεϊκής εύνοιας. Προσαρμοσμένες αποκλειστικά στις σωματικές διαστάσεις των κατόχων τους, συνδέθηκαν άμεσα με ζητήματα ζωής και θανάτου των Ελληνικών πολεμικών καστών που μονοπώλησαν τα πεδία των μαχών από τον 15ο μέχρι και τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα.
Είτε πρόκειται για κωδωνόσχημους ολομεταλικούς θώρακες είτε πρόκειται για σύνθετους λινοθώρακες δίκαια μπορούν να χαρακτηριστούν ως μοναδικά αντικείμενα υψηλής τέχνης, "Παλάδια της ζωής" από σφυρήλατο μπρούτζο και χαλκό.
Πολύ συχνά προκύπτει το ερώτημα για το κατά πόσο η επιλογή ενός ολομεταλλικού θώρακα (αρθρωτού ή μη) κρίνεται καταλληλότερη σε σύγκριση με έναν οργανικό θώρακα (σύνθετου ή μη) και δευτερευόντως, ποιος από τους δύο αυτούς τρόπους θωράκισης ήταν πιο προσφιλής στους Έλληνες της Ηπειρωτικής Ελλάδος από τον 15o μέχρι τον 5ο π.Χ αιώνα.