Οι Πανοπλίες της Μαχόμενης Ρωμιοσύνης
Πλήρης εξάρτηση Κλιβανίου Μακεδονικής Περιόδου
10ος αιώνας μ.Χ
Η πανοπλία αποτελείται από 400 περίπου μπρούτζινα ελάσματα με στρογγυλή απόληξη και έκτυπη νεύρωση στο μέσο τους για αύξηση της μηχανικής αντοχής τους. Τα ανωφερή ελάσματα του κορμού είναι μεγαλύτερα από αυτά των επωμίδων και των «κρεμασμάτων», στερεώνονται με χάλκινα πριτσίνια πάνω σε παράλληλες δερμάτινες ζώνες και συνδέονται μεταξύ τους με δερμάτινα μαύρα και κόκκινα ανθεκτικά κορδόνια. Τα «κρεμάσματα» ακολουθούν την βασική κατασκευαστική γραμμή του κορμού με την διαφορά ότι τα μεταλλικά στοιχεία είναι μικρότερα σε μέγεθος και η φορά τοποθετήσεώς τους είναι κατωφερής δηλαδή με την στρογγυλή τους απόληξη να είναι προς τα κάτω. Αποτελούνται από δύο επιμέρους ισομεγέθη ανεξάρτητα τμήματα που καλύπτουν αντίστοιχα τα πλαϊνά των άνω άκρων μέχρι το ύψος των γονάτων. Τα «κρεμάσματα» στερεώνονται στην μέση του οπλίτη με δερμάτινη ζώνη με την βοήθεια επιμέρους μηχανισμού αναρτήσεως και δεν αποτελούν ενιαίο εξάρτημα με τον θώρακα του κορμού. Οι επωμίδες καλύπτουν την περιοχή των ώμων και συνδέονται με τον θώρακα διαμέσου κορδονιών. Στο κάτω μέρος των επωμίδων τρεις παράλληλες σειρές από ελάσματα μικρού μεγέθους θωρακίζουν την περιοχή των βραχιόνων των άνω άκρων.
Η περιοχή των πήχεων ασφαλίζει με αρθρωτή θωράκιση («Χειρόψελλα») αποτελούμενη από ανατομικά μπρούτζινα ελάσματα με νευρώσεις και βρίσκονται στερεωμένα με πριτσίνια σε χονδρό δερμάτινο υπόστρωμα. Οι παλάμες και τα δάχτυλα των χεριών προστατεύονται από πυκνό μπρούτζινο αλυσιδωτό πλέγμα («κρικέλια») που βρίσκεται στερεωμένο στα εξωτερικά τοιχώματα χονδρού δερμάτινου γαντιού. Το αλυσιδωτό γάντι είναι αποσπώμενο κατά βούληση και συνδέεται με την αρθρωτή προστασία των πήχεων με κορδόνια.
Για την προστασία των κάτω άκρων έχει χρησιμοποιηθεί σύνθετη αρθρωτή θωράκιση. Οι κνήμες καλύπτονται από αρθρωτές περικνημίδες όμοιας κατασκευής με αυτές των άνω άκρων. Η περιοχή των γονάτων ασφαλίζει από ένα μεταλλικό ανατομικό κοίλωμα με έκτυπη νεύρωση στην μέση, συνδέεται με τις περικνημίδες με την βοήθεια δερμάτινων κορδονιών. Για την κάλυψη των ταρσών έχει χρησιμοποιηθεί ξανά πλέγμα από «κρικέλια». Όλα τα μέρη της πανοπλίας ασφαλίζουν με αντίγραφα μπρούτζινων βυζαντινών αγκραφών του αντίστοιχου αιώνα. Το σύνολο πέρα από την εξασφάλιση του σωματικού αλώβητου του οπλίτη, εκπέμπει μία μεγαλοπρεπή αγριότητα με το βάρος του να ανέρχεται στα 25 κιλά.
Οι ελασματοειδείς πανοπλίες αποτελούσαν τις πιο διαδεδομένες και προσφιλείς θωρακίσεις της Μέσης περιόδου της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Είναι ανιχνεύσιμες σε κάθε είδους επίσημης καλλιτεχνική έκφρασης, όπως τοιχογραφίες ναών, μινιατούρες χειρόγραφων, οστέινα τεχνουργήματα κλπ. H συμβολική σημασία των ανωφερών ελασματοειδών βυζαντινών πανοπλιών αν και ελάχιστα γνωστή στην σημερινή εποχή είναι πολύ σημαντική. Σε αυτές είναι που αποκρυσταλλώθηκε ο νέος ανθρωπολογικός τύπος του Πολίτη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όπως αυτός αναδύθηκε από τα τέλη του 9ου μ.Χ αιώνα, του Ρωμιού για να διεκδικήσει με δυναμισμό και αποφασιστικότητα τα παλιά Ρωμαϊκά σύνορα του Χριστιανικού Βασιλείου από τους Υιούς της Αγάρ. Η προτίμηση των ανωφερών ελασμάτων με στρογγυλή απόληξη δεν είναι παρά μία αναπαραγωγή-μεταφορά του κυρίαρχου Βυζαντινού αρχιτεκτονικού υποδείγματος, των αψίδων (arch-like appearance).